Το καράβι ήταν μεγάλο…
1500 ψυχές χωρούσε…
Πολυτελές κι ας μην ήταν ολοκαίνουριο…
Με πλήρωμα εκπαιδευμένο, αστραφτερά μπαρ, σαλόνια και καμπίνες που περίμεναν τον κόσμο να αναπαυτεί κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
Είχε κάνει πολλά ταξίδια με επιτυχία, είναι αλήθεια, μα έλα που η κρίση δεν αφήνει πολλά περιθώρια…
1500 ψυχές χωρούσε…
Πολυτελές κι ας μην ήταν ολοκαίνουριο…
Με πλήρωμα εκπαιδευμένο, αστραφτερά μπαρ, σαλόνια και καμπίνες που περίμεναν τον κόσμο να αναπαυτεί κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
Είχε κάνει πολλά ταξίδια με επιτυχία, είναι αλήθεια, μα έλα που η κρίση δεν αφήνει πολλά περιθώρια…
Προβολές άρθρου 

Και κάτω από το αστραφτερό περιτύλιγμα υπήρχε ελλειπής συντήρηση, βλάβες που μπαλώνονταν όπως όπως και υποτυπώδεις λαδωμένοι έλεγχοι, ώστε να μπορεί το πλοίο να είναι αξιόπλοο και να παράγει κέρδος!
Αυτός είναι άλλωστε κι ο σκοπός του εκάστοτε πλοίου, έτσι δεν είναι;
Να ταξιδεύει τις θάλασσες και να είναι κερδοφόρο για την επιχείρησή του, αλλιώς ποιος ο σκοπός να θαλασσοδέρνεται;
Μα η φθορά του χρόνου βλέπεις είναι αμείλικτη…
Κι όταν δε δίνεις όσα πρέπει μα μόνο παίρνεις, τότε κι ο χρόνος θα ‘ρθει η στιγμή που θα σου τα ζητήσει και θα σου τα πάρει όλα πίσω βίαια…
Αυτό συνέβη και με το πλοίο…
Έπαιρνε επιβάτες, ταξίδευε παλεύοντας με μανιασμένα κύματα, εξυπηρετούσε συμφέροντα, ταξίδευε, εξυπηρετούσε, ταξίδευε…
Μια στιγμή ήταν…
Μια ρωγμή… Μια μικρή ρωγμή… Που δεν είδε κανείς…
Δεν ήθελε να δει κανείς, βλέπεις όλοι οι υπεύθυνοι έβλεπαν μόνο το κέρδος!
Μια ρωγμή που δε νοιάστηκε να φτιάξει κανείς…
Και η ρωγμή μεγάλωσε, άνοιξε και έγινε ρήγμα. Ολέθριο ρήγμα…
Και σε ένα από τα λαμπερά κι ασφαλή ταξίδια του το πλοίο μας βυθίστηκε αύτανδρο, παίρνοντας στο βυθό 1500 ψυχές…
Τώρα κοιτάζοντας στο βυθό βλέπεις ένα κουφάρι μόνο…
Ένα άδειο κουφάρι…
Πλοίου ή μήπως δικό σου;
Δεν μπορείς να πεις με απόλυτη βεβαιαότητα.
Έφερες τη ζωή σου ως εδώ.
Με απανωτά ρήγματα στο πλοίο σου. Με λάθη του τιμονιού, κατά δικά σου.
Τη βούλιαξες τη ζωή σου, φίλε.
Κι ας την ήθελες αλλιώς.
Ας την ήθελες αστραφτερή και λαμπερή. Ανέμελη και χρυσαφένια.
Ναυάγιο…
Για κοίτα λοιπόν καλά το κουφάρι του πλοίου στο βυθό και πες μου τι βλέπεις.
Τον εαυτό σου; Τις σχέσεις σου;
Τις επιλογές κι όλα εκείνα που ασυλλόγιστα έπραξες;
Κι αν τα βλέπεις, αν μυρίζεις πάνω τους εκείνη τη γνώριμη σαπίλα του βουλιάγματος, κάνε κάτι…
Πριν να είναι πολύ αργά.
Γύρνα το τιμόνι σου αλλιώς. Ρύθμισε την πυξίδα σου κι άλλαξε ρότα.
Γιατί στον καθένα ταιριάζει να πλανιέται μεσοπέλαγα.
Στον καθένα αρμόζει ο αφρός κι όχι η μαυρίλα του βυθού. Αρκεί να το δει και να το παλέψει…
Εκείνο το άδειο κουφάρι στον πάτο της θάλασσας δε θέλησες ποτέ να είναι το δικό σου.
Κάνε, λοιπόν, ότι μπορείς για να μη δεις ποτέ το δικό σου όνομα γραμμένο στην πλώρη του.

Και κάτω από το αστραφτερό περιτύλιγμα υπήρχε ελλειπής συντήρηση, βλάβες που μπαλώνονταν όπως όπως και υποτυπώδεις λαδωμένοι έλεγχοι, ώστε να μπορεί το πλοίο να είναι αξιόπλοο και να παράγει κέρδος!
Αυτός είναι άλλωστε κι ο σκοπός του εκάστοτε πλοίου, έτσι δεν είναι;
Να ταξιδεύει τις θάλασσες και να είναι κερδοφόρο για την επιχείρησή του, αλλιώς ποιος ο σκοπός να θαλασσοδέρνεται;
Μα η φθορά του χρόνου βλέπεις είναι αμείλικτη…
Κι όταν δε δίνεις όσα πρέπει μα μόνο παίρνεις, τότε κι ο χρόνος θα ‘ρθει η στιγμή που θα σου τα ζητήσει και θα σου τα πάρει όλα πίσω βίαια…
Αυτό συνέβη και με το πλοίο…
Έπαιρνε επιβάτες, ταξίδευε παλεύοντας με μανιασμένα κύματα, εξυπηρετούσε συμφέροντα, ταξίδευε, εξυπηρετούσε, ταξίδευε…
Μια στιγμή ήταν…
Μια ρωγμή… Μια μικρή ρωγμή… Που δεν είδε κανείς…
Δεν ήθελε να δει κανείς, βλέπεις όλοι οι υπεύθυνοι έβλεπαν μόνο το κέρδος!
Μια ρωγμή που δε νοιάστηκε να φτιάξει κανείς…
Και η ρωγμή μεγάλωσε, άνοιξε και έγινε ρήγμα. Ολέθριο ρήγμα…
Και σε ένα από τα λαμπερά κι ασφαλή ταξίδια του το πλοίο μας βυθίστηκε αύτανδρο, παίρνοντας στο βυθό 1500 ψυχές…
Τώρα κοιτάζοντας στο βυθό βλέπεις ένα κουφάρι μόνο…
Ένα άδειο κουφάρι…
Πλοίου ή μήπως δικό σου;
Δεν μπορείς να πεις με απόλυτη βεβαιαότητα.
Έφερες τη ζωή σου ως εδώ.
Με απανωτά ρήγματα στο πλοίο σου. Με λάθη του τιμονιού, κατά δικά σου.
Τη βούλιαξες τη ζωή σου, φίλε.
Κι ας την ήθελες αλλιώς.
Ας την ήθελες αστραφτερή και λαμπερή. Ανέμελη και χρυσαφένια.
Ναυάγιο…
Για κοίτα λοιπόν καλά το κουφάρι του πλοίου στο βυθό και πες μου τι βλέπεις.
Τον εαυτό σου; Τις σχέσεις σου;
Τις επιλογές κι όλα εκείνα που ασυλλόγιστα έπραξες;
Κι αν τα βλέπεις, αν μυρίζεις πάνω τους εκείνη τη γνώριμη σαπίλα του βουλιάγματος, κάνε κάτι…
Πριν να είναι πολύ αργά.
Γύρνα το τιμόνι σου αλλιώς. Ρύθμισε την πυξίδα σου κι άλλαξε ρότα.
Γιατί στον καθένα ταιριάζει να πλανιέται μεσοπέλαγα.
Στον καθένα αρμόζει ο αφρός κι όχι η μαυρίλα του βυθού. Αρκεί να το δει και να το παλέψει…
Εκείνο το άδειο κουφάρι στον πάτο της θάλασσας δε θέλησες ποτέ να είναι το δικό σου.
Κάνε, λοιπόν, ότι μπορείς για να μη δεις ποτέ το δικό σου όνομα γραμμένο στην πλώρη του.






Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου